Ο καρδιολόγος ήταν κατηγορηματικός. Το εγκεφαλογράφημα έπρεπε να γίνει. Η προ-παραμονή των Χριστουγέννων είχε φτάσει (χτες, δηλαδή) και δεν πήγαινε άλλο, έπρεπε να βγάλω μια άκρη. Θα έκανα το εγκεφαλογράφημα, θα το πήγαινα στον καρδιολόγο, θα μου έλεγε τι να κάνω και τέλος. Μετά θα επέστρεφα σπίτι για μελομακάρονα και τρυφερούς εναγκαλισμούς με το γιορτινό πνεύμα.
Η εξέταση θα γινόταν σε ένα διαγνωστικό κέντρο στην Κηφισίας. Έφτασα αργά το απόγευμα, μπήκα στην ουρά και περίμενα. Μετά από καμιά ώρα αμήχανης μεν, ουκ ανέμελης δε, αναμονής με φώναξαν. Η εξέταση ήταν πολύ απλή. Μου πέρασαν κάποια ηλεκτρόδια γύρω από το κεφάλι και άρχισαν να παίρνουν διάφορες μετρήσεις. Η όλη διαδικασία διήρκεσε πολύ λίγο και ήταν εντελώς ανώδυνη. Στο τέλος μου είπαν να περιμένω μέχρι να δακτυλογραφήσουν και τυπώσουν τα αποτελέσματα. Μετά από καμιά ώρα τα είχα στα χέρια μου. Τα πήρα και χωρίς να τα ανοίξω βγήκα στο δρόμο, όπου είχε αρχίσει ήδη να βρέχει.
Χωρίς να θυμάμαι ακριβώς πώς, βρέθηκα καθισμένος σε ένα κοντινό καφέ. Άνοιξα το φάκελο με τα αποτελέσματα. Όλες οι μετρήσεις ήταν καλές και τα σχόλια του γιατρού φαίνονταν OK, αν εξαιρέσει κανείς μια παρατήρηση ότι κάποιες σκέψεις φαίνεται να έκλεβαν πολλή από την ενέργειά μου και ότι ο εγκέφαλός μου φαινόταν να είναι πολύ επικεντρωμένος πάνω σε αυτές. Η αλήθεια είναι ότι αυτό μου κίνησε την περιέργεια. Πήγα πίσω στο διαγνωστικό κέντρο και ζήτησα να μου δώσουν το οπτικό υλικό από την εξέταση, το οποίο έκαναν με το αζημείωτο, και αφού πρώτα με ανημέρωσαν ότι δεν υπήρχε γιατρός να το εξετάσει.
Επέστρεψα στο καφέ και άρχισα να κοιτάζω τις εικόνες που «φωτογράφιζαν» τη σκέψη μου. Στην πρώτη ματιά ήταν μόνο ένα τσούρμο από γράμματα σκόρπια, χωρίς καμιά συνοχή και σχέση που δε σχημάτιζαν καν λέξεις ή προτάσεις. «Άδικος κόπος», σκέφτηκα. Στην επόμενη ματιά όμως, διαπίστωσα ότι συγκεκριμένα γράμματα του λατινικού αλφάβητου σχημάτιζαν μικρές λέξεις με 3, 4 ή 5 γράμματα — λέξεις με πολύ λίγα φωνήεντα και που δε βγάζαν κανένα νόημα. Άρχισα να μετράω τις εμφανίσεις του κάθε γράμματος, μήπως και βγάλω καμιά άκρη: τα πιο κοινά γράμματα ήταν το «C» και το «J», ενώ τα υπόλοιπα είχαν πάνω κάτω την ίδια συχνότητα. Άκρη πάντως δεν έβγαζα. «W.T.F. ?», σκέφτηκα. Και τότε κατάλαβα. Ήταν αρκτικόλεξα. Εκεί ανέλαβε το υποσυνείδητο και αμέσως είδα το «C» να αναπτύσσεται σε «Conference» και το «J» σε «Journal». Α-χά. Εννοείται ότι στο επόμενο πέρασμα στον κατάλογο των λέξεων μέτρησα πολλές φορές τα ονόματα αρκετών συνεδρίων και περιοδικών της περιοχής του διδακτορικού μου. Κατάλαβα.
Έκλεισα το φάκελο με τις εξετάσεις και βγήκα στο δρόμο. Έπρεπε να πάω στον καρδιολόγο όσο το δυνατόν γρηγορότερα, μιας και η ώρα ήταν ήδη περασμένη. Είχαμε πολλά να πούμε και ήμουν σίγουρος ότι θα μας έπαιρνε αργά. Μόλις ανέβηκα στο γραφείο του όμως με περίμενε μια έκπληξη. Η πόρτα ήταν κλειστή και πάνω της βρισκόταν κρεμασμένο ένα σημείωμα:
«Απών λόγω αδείας».
Τζίφος. Έπρεπε να το είχα φανταστεί.
Έκανα μεταβολή και έφυγα. Γύρισα σπίτι γρήγορα-γρήγορα, αλλά δε μπορούσα να ηρεμήσω με τίποτα. Άλλαξα ρούχα στα πεταχτά και ήμουν έτοιμος να βγω πάλι στο δρόμο. Βγαίνοντας από την πόρτα κόλλησα ένα σημείωμα:
«Άδειος λόγω απουσίας».
Έξω έβρεχε για τα καλά. Η προπαραμονή των Χριστουγέννων μόνο γαλήνη δε θα μου έφερνε. Πήρα τους δρόμους. Έπρεπε να περπατήσω.